Skip to main content

Γλωσσάριο

Αυτό το πολύγλωσσο γλωσσάριο παρέχει εύκολα κατανοητούς ορισμούς για τους βασικούς επιστημονικούς όρους που χρησιμοποιούνται στον παρόντα δικτυακό τόπο στον τομέα της αξιολόγησης κινδύνων. Οι όροι και οι ορισμοί τους αναφέρονται στα προϊόντα επικοινωνίας μας ως αναδυόμενα σημειώματα με σκοπό την επεξήγηση εννοιών σε μέλη του κοινού τα οποία δεν διαθέτουν εξειδικευμένες γνώσεις.
Παντού στο κείμενο χρησιμοποιείται η τυποποιημένη αγγλική ορθογραφία. Τα ακρωνύμια αναγράφονται με κεφαλαία γράμματα. Οι όροι παρουσιάζονται με πεζά γράμματα. Οι όροι μεταφράζονται και στις 24 επίσημες γλώσσες της ΕΕ.
Το γλωσσάριο είναι ένα έγγραφο σε εξέλιξη, το οποίο ενημερώνεται τακτικά. Είναι δυνατή η πρόταση συμπερίληψης σχετικών όρων οι οποίοι απουσιάζουν με χρήση του διαδικτυακού εντύπου υποβολής ερωτήσεων.

Αποποίηση ευθύνης: Οι ορισμοί του γλωσσαρίου παρέχονται με αποκλειστικό σκοπό την υποβοήθηση των χρηστών του ιστότοπου για την κατανόηση της επιστημονικής ορολογίας. Οι ορισμοί ενδέχεται να είναι διαφορετικοί από τους ορισμούς που παρέχονται στη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στο δελτίο EFSA Journal.

Β


Η δόση αναφοράς (BMD) είναι η ελάχιστη δόση μιας ουσίας που παράγει έναν σαφή, χαμηλού επίπεδου κίνδυνο για την υγεία, συνήθως στο εύρος μιας μεταβολής της τάξης του 1-10% σε ένα ειδικό τοξικό αποτέλεσμα όπως στην πρόκληση καρκίνου.

Ο δείκτης μάζας σώματος (BMI, ΔΜΣ) είναι μια μέτρηση που εκφράζει τη σχέση μεταξύ του βάρους και του ύψους ενός ατόμου. Ο ΔΜΣ υπολογίζεται διαιρώντας το βάρος σε κιλά με το ύψος σε μέτρα στο τετράγωνο (δηλαδή ύψος x ύψος). Χρησιμοποιείται για να εκτιμηθεί κατά πόσο το βάρος κάποιου είναι κατάλληλο.

Μια διαδικασία κατά την οποία το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων που σχετίζονται με μια απόφαση αξιολογούνται με βάση την ισχύ και την ποιότητά τους.

Ένα χαρακτηριστικό που μετράται αντικειμενικά και μπορεί να θεωρηθεί ως δείκτης μιας φυσιολογικής βιολογικής διαδικασίας, της εξέλιξης μιας νόσου ή της τυπικής ανταπόκρισης σε ένα φάρμακο ή θεραπεία. Παραδείγματος χάριν, η αρτηριακή πίεση.

Ένας όρος που περιγράφει την ποσότητα μιας ουσίας που εισέρχεται στο αίμα μέσω διάφορων οδών, συμπεριλαμβανομένης της διατροφής. Μπορεί να αναφέρεται σε βιταμίνες, πρόσθετα, οργανοφωσφορικά παρασιτοκτόνα ή φάρμακα.

Ένα παρασκεύασμα που περιέχει μία ή περισσότερες δραστικές ουσίες (βλέπε ορισμό) που έχει σχεδιαστεί να χρησιμοποιεί χημικά ή άλλα μέσα για τη θανάτωση ή την παρεμπόδιση των δράσεων επιβλαβών οργανισμών όπως φυτικές ασθένειες ή λοιμώξεις των ζώων.

Η άμεση μέτρηση του επιπέδου των τοξικών χημικών ενώσεων στον οργανισμό. Συχνά, οι μετρήσεις αυτές πραγματοποιούνται στο αίμα και στα ούρα.

Ένα συμβάν ή περιστατικό ορίζεται ότι έχει βιολογική συνάφεια αν το μέγεθος ή οι επιπλοκές του είναι πιθανόν να έχουν συνέπειες για την υγεία του ανθρώπου.

Ένας γενικός όρος για τις βιολογικές μελέτες που χρησιμοποιούν προγραμματισμό ηλεκτρονικών υπολογιστών ως μέρος της μεθοδολογίας τους. Η βιοπληροφορική συνδυάζει την επιστήμη των υπολογιστών, τη στατιστική, τα μαθηματικά και τη μηχανική για τη μελέτη και επεξεργασία βιολογικών δεδομένων. Βλέπε επίσης μεταγραφωματική, πρωτεωμική και μεταβολισμική.

Ένας όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει την ποικιλία των ζωντανών οργανισμών που υπάρχουν σε ένα συγκεκριμένο περιβάλλον.

Τυπικός τρόπος μέτρησης του τρόπου με τον οποίο μια ουσία (π.χ. βιταμίνη, ορμόνη ή λίπασμα) έχει επηρεάσει έναν οργανισμό ή έναν ιστό εντός του οργανισμού.

Διατροφική ουσία αναγκαία σε μικρές ποσότητες για την υποστήριξη της φυσιολογικής ανάπτυξης και τη διατήρηση της υγείας ανθρώπων και ζώων. Οι περισσότερες βιταμίνες είναι «ουσιώδεις» θρεπτικές ουσίες, καθώς δεν παράγονται από τον ανθρώπινο οργανισμό.

Ουσία που χρησιμοποιείται κατά τηn επεξεργασία τροφίμων για τη μεταβίβαση συγκεκριμένων χαρακτηριστικών, για παράδειγμα η μαγιά που προστίθεται στο ψωμί.

Μια ουσία, η οποία χρησιμοποιείται είτε ως τρόφιμο είτε ως φάρμακο και προέρχεται από φυτά, μύκητες, φύκη ή λειχήνες.